Ένα διάλυμα 90-10 VG στους 138 βράζει. Βέβαια, αν ο επιχειρούμενος τρόπος βρασμού είναι μέσω ενός θερμαινόμενου σύρματος τότε θα βράσει η απειροελάχιστη ποσότητα υγρού που βρίσκεται πρακτικά σε επαφή με το σύρμα. Αυτό θα γίνει ως αντιληπτό ως "δεν βγαίνει τίποτα απολύτως".
(Φαινόμενα όπως η κλασματική απόσταξη δηλαδή να φεύγει πρώτα το νερό και μετά η γλυκερίνη δεν παρατηρούνται έντονα σε αυτές τις συγκεντρώσεις). Μπορεί κανείς να το επιβεβαιώσει αυτό βράζοντας βάση σε ένα μπρίκι και παρατηρώντας ότι η θερμοκρασία του διαλύματος είναι (σχεδόν) σταθερή καθώς αυτό βράζει.
Ας δούμε τι συμβαίνει στον βρασμό:
Η θερμοκρασία του υγρού θα είναι (ας πούμε) 138. Η θερμοκρασία του μεταλλικού πυθμένα θα είναι μεγαλύτερη (π.χ 160). Ο ρυθμός με τον οποίο θα περνάει θερμότητα από το μπρίκι στο υγρό θα είναι ανάλογος αυτής της διαφοράς. Ανάλογος με τον ρυθμό αυτό θα είναι και ο ρυθμός με τον οποίο θα εξαερώνεται το διάλυμα.
Ο τρόπος με τον οποίο επιχειρείται στα ΗΤ η προσφορά θερμότητας είναι μέσω μιας πολύ τοπικής θέρμανσης που απαιτεί μεγάλες διαφορές θερμοκρασίας από το υγρό για ικανοποιητική παραγωγή ατμού. Αυτό δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα αποδοτικό λόγω της μικρής επιφάνειας επαφής.
Για κάθε συγκεκριμένη γεωμετρία (θερμαντικού νήματος ή επιφάνειας) υπάρχει μια περιοχή θερμοκρασιών πάνω από τη θερμοκρασία βρασμού που όντως επιτυγχάνεται αύξηση του ρυθμού παραγωγής ατμού με αύξηση της θερμοκρασίας (Nucleate boiling) ενώ για πάνω από αυτή έχουμε μια μεταβατική περιοχή (transition boiling) όπου ο ρυθμός προσφοράς θερμότητας (παραγωγής ατμού)
μειώνεται λόγω του πλήθους των φυσαλίδων που διαχωρίζουν το υγρό από το θερμαντικό στοιχείο.
http://en.wikipedia.org/wiki/Nucleate_boilingΜε βάση τα προηγούμενα, έγραψα αυτό:
Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποια είναι η σχεδίαση του ατμοποιητή που θα καταφέρει να προσφέρει μεγάλες ποσότητες ισχύος σε επαρκή ποσότητα υγρού χωρίς να χρειάζεται η θερμοκρασία του σύρματος να είναι ιδιαίτερα υψηλή. Η πρώτη λογική σκέψη είναι περισσότερα (2, 3, 4?) και μικρότερα coil με μοιρασμένη ισχύ.