Η κατασκευή ενός τέτοιου πίνακα δεν είναι και πολύ εύκολο να γίνει, πολύ απλά λόγω της ύπαρξης του ΦΠΑ. Και εξηγούμαι:
Όλοι πρέπει, άσε που δεν, να γνωρίζουν ότι ο ΦΠΑ επιβαρύνει τον τελικό καταναλωτή. Επειδή φυσικά είναι αδύνατον να υποβάλλει ο κάθε καταναλωτής δήλωση ΦΠΑ, έχει εφευρεθεί ένας μηχανισμός ο οποίος κάνει τους έμπορους σε κάθε στάδιο της εφοδιαστικής αλυσίδας, εισπράκτορες.
Ο εισαγωγέας πληρώνει ΦΠΑ στο τελωνείο.
Ο χονδρέμπορος πληρώνει ΦΠΑ στον εισαγωγέα.
Ο λιανέμπορος πληρώνει ΦΠΑ στον χονδρέμπορο.
Ο πελάτης λιανικής πληρώνει ΦΠΑ στον λιανέμπορο.
Μέχρι και τον λιανέμπορο, γίνεται συμψηφισμός του εισπραχθέντος με τον πληρωθέντα ΦΠΑ, και η χρεωστική διαφορά αποδίδεται στο κράτος, ενώ η πιστωτική διαφορά μεταφέρεται προς έκτωση στην επόμενη φορολογική περίοδο, μήνα ή τρίμηνο, αναλόγως κατηγορίας βιβλίων. Και φυσικά, στο συμψηφισμό αυτό συμμετέχουν όλες οι δαπάνες, αγορών, διάθεσης, διοίκησης, έρευνας, λειτουργίας κλπ, εκτός φυσικά από τις δαπάνες που απαλάσσονται. Γι αυτό και η μή απόδοση ΦΠΑ αποτελεί κακούργημα, καθώς στην ουσία είναι υπεξαίρεση - κατάχρηση δημοσίου χρήματος.
Τα προϊόντα καπνού, λόγω μεγάλης διάδοσης και δημιουργίας "ανάγκης", μεταχειρίζονται φορολογικά ώς χονδρεμπόριο, δηλαδή πολύ χαμηλό περιθώριο κέρδους και η δημιουργία πλουτισμού από αυτά βασίζεται στην ποσότητα. Ο ΕΦΚ πληρώνεται στην πηγή και απλά περιλαμβάνεται στην τιμή, αλλά στην ουσία, ενώ και αυτός βαρύνει τον τελικό καταναλωτή, προεισπράττεται πολύ πριν το προϊόν φτάσει στη λιανική. Εκεί, για να υπάρξει είσπραξη, πρέπει να υπάρχει και εμπορική κίνηση, καθώς μπορεί μεν να εισπράττει το κράτος, αλλά πλέον παίζει ρόλο κάθε πότε θα εισπράττει και όχι πόσο, η παραγωγή είναι σχετικά σταθερή. Σαν τα εισητήρια των λεωφορείων ένα πράμα, μπορεί ο εκάστοτε ΟΑΣΑ να εισπράττει το αντίτιμο του εισιτηρίου a priori, αλλά αν ο καταναλωτής δεν το χρησιμοποιήσει, θα αργήσει να ξαναεισπράξει.
Όσο για την φορολόγηση εισοδήματος, το ίδιο πράγμα φορολογείται πολλές φορές.
Ο εισαγωγέας υπόκειται σε φόρο εισοδήματος για το περιθώριο κέρδους του, όπως και ο χονδρέμπορος και ο λιανέμπορος. Σκεφτείτε τον εξής κύκλο:
Έστω ένας μισθωτός Α ο οποίος ταυτόχρονα είναι και ατμιστής. Εργάζεται ως υπάλληλος στον εισαγωγέα Δ, ο οποίος προμηθεύει τον χονδρέμπορο Γ, ο οποίος προμηθεύει τον λιανέμπορο Β, από τον οποίο ψωνίζει ο μισθωτός Α.
Ο Δ πληρώνει €100 τον Α, ο οποίος φορολογείται γι αυτά.
Ο Α πληρώνει τον Β €100 για ατμιστικά προϊόντα, και ο Β φορολογείται γι αυτά.
Ο Β πληρώνει τον Γ €100 για ατμιστικά προϊόντα, και ο Γ φορολογείται γι αυτά.
Ο Γ πληρώνει τον Δ €100 για ατμιστικά προϊόντα, και ο Δ φορολογείται γι αυτά.
κ.ο.κ.
Θα μου πείτε οι ενδιάμεσοι εκπίπτουν την αγορά τους από τα φορολογητέα. Όχι ακριβώς! Βάλε περιθώρια κέρδους, βάλε λογιστικές απογραφές, αναλώσεις και κόστη πωληθέντων βάσει αγορών και τρέχα γύρευε. Τα ίδια €100 φορολογούνται πολλές φορές, όχι με την ίδια βαρύτητα, και άντε τώρα να κάνεις συγκριτικό πίνακα!
Με το κτ, που είναι το μοναδικό προϊόν με ΕΦΚ αλλά χωρίς ΦΠΑ, το οποίο έχει τιμή fixed στη λιανική και στα ενδιάμεσα στάδια, τα πράγματα είναι απλά: φορολογείται μόνο το περιθώριο κέρδους, το οποίο είναι περίπου 1% για κεντρικό διανομέα, 2,5% για χονδρέμπορο και 5% για λιανέμπορο. Και ναι, το ποσό στο οποίο υπολογίζεται το περιθώριο, περιλαμβάνει και τον ΕΦΚ!!!
Καταλήγω στο συμπέρασμα ότι με μία υποτιθέμενη παραδοχή ότι το ητ είναι 60% φθηνότερο από το κτ, και έστω ότι όλοι γυρίζαμε στο ητ και δεν χανόταν καμία θέση εργασίας από την αλυσίδα του κτ, οι φόροι που εισπράττει το κράτος δεν θα έπεφταν κατά 60% αλλά πολύ λιγότερο. Κάτι σαν την ανελαστικότητα ζήτησης την οποία έχει το κτ.
Συγγνώμη αν σας κούρασα με τις επαγγελματικές μου μπαρούφες, πιστεύω όμως ότι αυτό το κειμενάκι βοηθά πολύ στην κατανόηση των οικονομικών μεγεθών για τα οποία μιλάμε.