(Υφάκι clopy από microchip, στο αντι-μετα-αποπάνω ποστ…)
Καυτό Ιουλιάτικο πρωινομεσήμερο, σε κάθισμα εντός της τράπεζας (εφορία γαρ…)
Καθήμενοι ζαβλακωμένοι λόγω χοτ γουέδερ.
Βλέπουν το ταμείο όπου θα ξεφορτώσουν ελπίδες, κόπους και όνειρα.
Η ατμόσφαιρα (εντός) ανεκτή, λόγω αρκουδίσιον και λόγω της μαυρούλας που κάθεται δίπλα μου.
Με το ένα μάτι βλέπω ότι έχω αριθμό 341…
Με το άλλο ότι στο ταμείο είναι το νο 181… (έχω 4 μάτια…
)
Αναστενάζω… Πώς περνάει κάποιος την ώρα του εδώ, χωρίς internetable κινητό;
Απλό. Μετρώντας τους ανθρώπους που μπαινοβγαίνουν από την διπλή πόρτα ασφαλείας. Πόσο καλά πατάνε το κουμπί για να ανάψει το πράσινο φωτάκι, πόσοι μπερδεύουν το «έλξατε» με το «ωθήσατε», πόσοι φορούν πέδιλα με κάλτσες…
Ξαφνικά, χωρίς την παραμικρή, ούτε καν την παραμεγάλη προειδοποίηση, νάσου ένας γιος με μια ego.
Bus και να μετρήσω ποσοστό ατμιστών;
Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο περί ου ο λόγος εισήλθε στο κρεματόριο ατμίζοντας περήφανα.
Με έζωσαν τα μαύρα φίδια, τα πράσινα άλογα και οι σιέλ κατσίκες
(πρόταση clopy από τον Θανάση Μάνθο, την έγραψε πριν 40 χρόνια).
Βρε, μπας και αν πάρω μια τζούρα; …
Την πήρα. Αντίδραση ουδεμία. Η μαυρούλα, την οποία ο ατμός χάιδεψε στο πρόσωπο, αφήνοντάς της μια αίσθηση φυστίκι/μήλο, συνέχισε να παίζει αμέριμνη με κάτι περίεργες μπάλες στο κινητό της.
Αίφνης, το βλέμμα μου πέφτει απέναντι…
Υπάλληλος της τράπεζας ατμίζει αριμανίως με ανόδερ ουάν ego (το αγγλικό στα 3 τελευταία γράμματα με μάρανε).
Κοιταχτήκαμε βαθιά μέσα στα μάτια. Ανταλλάξαμε χαμογελάκι...
Αποτέλεσμα: Την πόρτα διάβηκαν 63 άντρες, 36 γυναίκες, ένα αγοράκι και ένα κοριτσάκι.
Την πόρτα την άνοιξαν σωστά με την πρώτη οι 4.
Κανένας δεν φορούσε σανδάλια με κάλτσες (δεν χρειάζεται να μπουν στην τράπεζα οι Γερμανοί, τα παίρνουν και από τη θέση τους).
Ένας κρατούσε κομπολόι και 86 κινητό.
Από τους 99 ενήλικες, οι 6 κρατούσαν ego. Ποσοστό όχι μεγάλο, αλλά όχι και μικρό, αν σκεφτεί κάποιος ότι υπήρχαν κι άλλοι με τα ατμιστικά τους στα τσαντάκια τους.
Πριν γατούλης νιαουρίσει τρις, ο χαρακτηριστικός ήχος με έκανε να εγερθώ – η σειρά μου αφού…
Ε, λοιπόν, πίσω από τον πάγκο υπήρχαν 4 ταμίες.
Και οι τέσσερεις (4) με ego.
Εμένα μου έλαχε ο πέμπτος, χωρίς ego αυτός, αλλά με γραβάτα (ήρωας).
Για να βγάλω το ρευστό, άφησα την πίπα…
– Ωπ!!! Τι είναι αυτό; δήλωσε, με την απορία ζωγραφισμένη ανεξίτηλα στη φάτσα του.
– Ηλεκτρονική πίπα.
– Έχω κι εγώ αυτό, αλλά πίπα... πού τη βρήκες;… ξαναδήλωσε, βγάζοντας από την τσέπη άλλη μια ego.
Και τότε τον ενημέρωσα για το φόρουμ κλπ κλπ.
– Πάρα πολύ ωραία, ξαναματαδήλωσε.
Έφυγα αργά, διστακτικά, βαριά, παρά την αισθητά ελαφρύτερη τσέπη μου.
Πριν ανοίξω την διπλή πόρτα και αφήσω τον κόσμο του αρκουδίσιον για το καυτό πεζοδρόμιο, σκέφτηκα:
Δεν πάμε κι άσχημα…
Αν είχαμε και μια σπανακόπιτα…